Νικητής #YBIPA 2021
Darrin Zammit Lupi
Ο γεννημένος στη Μάλτα φωτορεπόρτερ Darrin Zammit Lupi εργάστηκε στους Times of Malta μεταξύ του 1996 και του 2016 και είναι μόνιμος συνεργάτης του διεθνούς ειδησεογραφικού πρακτορείου Reuters από το 1997. Το έργο του τις τελευταίες δυο δεκαετίες τον έχει ταξιδέψει σε όλο τον κόσμο, για την κάλυψη του βοσνιακού πολέμου, της προσφυγικής κρίσης του Κοσσόβου, του τσουνάμι στη Νοτιοανατολική Ασία, της σύγκρουσης στη Λιβύη, των αναπτυξιακών θεμάτων σε διάφορα μέρη της Αφρικής και για πολλές άλλες διεθνείς αναθέσεις. Το έργο του έχει δημοσιευθεί ευρέως στον διεθνή τύπο, συμπεριλαμβανομένων των TIME, Newsweek, The New York Times, The Sunday Times, The Guardian, Paris Match και άλλα. Το έργο του, που καλύπτει την καταγραφή των δεινών και της τραγωδίας των μεταναστών οι οποίοι προσπαθούν να φτάσουν στις ευρωπαϊκές ακτές από την Αφρική, επιστεγάστηκε από τη δημοσίευση του βιβλίου του «Isle Landers» το 2014, με την έκθεση που το συνόδευσε να παρουσιάζεται στη Μάλτα, στη Γαλλία, στο /Λουξεμβούργο, στην Πορτογαλία, στην Αυστραλία, στην Ιαπωνία και στις ΗΠΑ. Πιο πρόσφατα είχε σταματήσει να καλύπτει ειδήσεις και να ταξιδεύει καθώς φρόντιζε και κατέγραφε την έφηβη κόρη του να δίνει μια χαμένη μάχη κατά του καρκίνου.
Μάλτα
Η πρώτη φωτογραφία που τράβηξα ποτέ την κόρη μου, και η τελευταία
Τράβηξα την πρώτη φωτογραφία της κόρης μου, της Rebecca, λίγα λεπτά μετά τη γέννησή της, στις 3 Αυγούστου του 2005. Λίγο περισσότερο από 15 χρόνια αργότερα, τράβηξα την τελευταία φωτογραφία της κόρης μου, λίγα λεπτά αφότου πέθανε, από καρκίνο, στις 3 Ιανουαρίου του 2021. Είμαι φωτορεπόρτερ. Ήταν φυσικό για μένα να καταγράφω σχεδόν την κάθε στιγμή της όμορφης ζωής της Becs, όπως τη φωνάζαμε εγώ και η σύζυγός μου, Marisa. Όπως όταν ήταν δυο ετών και το πρόσωπό της έμοιαζε να λάμπει από ένα εσωτερικό φως. Δύσκολη, πολύ πιο δύσκολη, ήταν η καταγραφή της ασθένειας και του θανάτου της από μια σπάνια και εξαιρετικά επιθετική μορφή καρκίνου των οστών. Όπως εκείνη τη φορά που καθόταν στο σκοτάδι λαμβάνοντας ενδοφλέβια υγρά μετά από τη χημειοθεραπεία, με τα μακριά και υπέροχα σκούρα μαλλιά της να αποτελούν μια μακρινή ανάμνηση. Ή εκείνη τη φορά που αγκάλιασε το αρκουδάκι της, τον Snuggles, σφιχτά, ενώ κοιμόταν στο δωμάτιο του νοσοκομείου, εν τω μέσω μιας τρομερής σειράς ιατρικών διαδικασιών που ελπίζαμε ότι θα μπορούσαν να τη σώσουν. Και εκείνη τη φορά που η μητέρα της έκλαιγε θρηνητικά πάνω από το κορμί της, λίγα λεπτά μετά το θάνατο της Becs, όταν οι φακίδες στο πρόσωπό της αποτελούσαν ένα σκληρό σύμβολο της νεότητας και της ομορφιάς της. Η μάχη της Becs έγινε ακόμη δυσχερέστερη από μια παγκόσμια πανδημία, που μας οδήγησε στην τρέλα στην προοπτική μόλυνσης του καταβεβλημένου ανοσοποιητικού της συστήματος, δημιούργησε άγχος για τις αλυσίδες εφοδιασμού ιατροτεχνολογικών προϊόντων και, το χειρότερο από όλα, έφερε το χωρισμό σε μια στιγμή που η συντροφικότητα ήταν αυτό που χρειαζόμασταν περισσότερο.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Το μεγαλύτερο μέρος του έργου τραβήχτηκε το 2020-2021, με τις δύο πρώτες εικόνες της παιδικής ηλικίας της Becs να έχουν τραβηχτεί το 2005 και το 2007. Μία από τις εικόνες, που με δείχνει ξαπλωμένο πλάι στην Becs καθώς εκείνη έσβηνε, τραβήχτηκε από τη Marisa αφού της ζήτησα να την πάρει με συγκεκριμένο τρόπο από μια συγκεκριμένη γωνία. Δεν είναι στημένη με οποιονδήποτε τρόπο.
Φιναλίστ 2021
Emilio Morenatti
Ο Emilio Morenatti είναι ο επικεφαλής φωτογράφος του Associated Press για την Ισπανία και την Πορτογαλία, με έδρα τη Βαρκελώνη της Ισπανίας. Ο Morenatti έχει περάσει περισσότερα από 30 χρόνια ως φωτορεπόρτερ και φωτογράφος ντοκιμαντέρ με έδρα το Αφγανιστάν, την Ιερουσαλήμ, τη Γάζα και το Πακιστάν, καλύπτοντας τις διεθνείς ειδήσεις σε περισσότερες από 50 χώρες. Ο Morenatti έχει αναγνωριστεί με πολλά βραβεία για το διακεκριμένο έργο του στον τομέα του φωτορεπορτάζ.
Ισπανία
COVID-19: Απόγνωση και Θάνατος για τους Ηλικιωμένους της Ισπανίας
Η πανδημία του κορονοϊού έπληξε σοβαρά την Ισπανία από την αρχή. Τα νοσοκομεία γέμισαν, τα νεκροτομεία και τα γραφεία τελετών δεν μπορούσαν ν’ ανταπεξέλθουν στον αριθμό των ανθρώπων που πέθαιναν, και τα lockdown μετέτρεψαν ένα εξωστρεφές έθνος σε μια χώρα απομόνωσης. Ο φωτογράφος Emilio Morenatti είδε πόσο ευάλωτοι ήταν οι ηλικιωμένοι: αρρώσταιναν και πέθαιναν με τους ταχύτερους ρυθμούς, και πολλοί ήταν φοβισμένοι και μόνοι. Αποκομμένοι από τον υπόλοιπο κόσμο, ορισμένοι τρομοκρατήθηκαν τόσο από την πανδημία που επέλεξαν να μην παρακολουθούν τις ειδήσεις. Ο Morenatti ήθελε να διασφαλίσει ότι δε θα τους ξεχάσουν. Ακολούθησε εργαζόμενους στον τομέα της δημόσιας υγείας για δύο εβδομάδες καθώς εκείνοι επισκέπτονταν ηλικιωμένους κατοίκους της Βαρκελώνης οι οποίοι παρέμεναν κλειδωμένοι μέσα. Τους φωτογράφισε, αλλά επίσης μίλησε μαζί τους, απαντώντας στις ερωτήσεις τους. Τι συνέβαινε έξω; Θα πέθαιναν όλοι; Βαθιά συγκινημένος, ο Morenatti αφιέρωσε το υπόλοιπο του έτους στο να διηγηθεί τις ιστορίες των ηλικιωμένων, των ασθενών και των αστέγων. Με σπάνια πρόσβαση σε ιδιωτικές κατοικίες, νεκροτομεία και γηροκομεία, ο Morenatti αποτύπωσε τον φόβο, τη μοναξιά και την ερήμωση που προκάλεσε η πανδημία στην Ισπανία. Κατέγραψε επίσης στιγμές ελπίδας: μια τρυφερή επανένωση ενός τροφίμου γηροκομείου και της συζύγου του, οι οποίοι φιλιούνται μέσα από μια προστατευτική πλαστική μεμβράνη αφού έχουν παραμείνει χώρια για περισσότερες από 100 ημέρες. Ένας ασθενής που αναρρώνει από COVID-19 μεταφέρεται στον παραλιακό δρόμο της Βαρκελώνης με το νοσοκομειακό του κρεβάτι για να πάρει λίγο καθαρό αέρα και να δει το φως του ήλιου μετά από δύο μήνες παραμονής στο νοσοκομείο. Η επινοητικότητα του Morenatti και η σύνδεσή του με την κοινότητά του ήταν το κλειδί για την απόκτηση πρόσβασης σε οικείες και συνήθως ιδιωτικές στιγμές και κατέστησαν δυνατή την παρουσίαση αυτού του έργου.
Jérémy Lempin
Βαθιά προσηλωμένος στις ανθρώπινες αξίες και στις ιστορίες που σε ταξιδεύουν, ο Jeremy Lempin, γεννημένος το 1983, δεν αφήνει κανέναν ασυγκίνητο, ειδικά τους ανθρώπους που συναντά όσο κάνει το ρεπορτάζ του. Είτε μοιράζεται τη ζωή ενός πυροσβέστη επί τρία χρόνια («Time of a lifetime») είτε εντάσσεται στην πολύ κλειστή ομάδα φανατικών Racing Club de Lens για δυο χρόνια («Of blood and gold»), είτε περνά χρόνο με τους λεγεωνάριους του άπιαστου 2ου Συντάγματος αλεξιπτωτιστών της Λεγεώνας των Ξένων (REP), ο Jérémy Lempin δε σταματά ποτέ να παρατηρεί και να έρχεται αντιμέτωπος με διαφορετικές απόψεις. Ξεκίνησε ως φωτογράφος στο Ναυτικό, στο αεροπλανοφόρο Charles-de-Gaulle, και στο κέντρο οπτικοακουστικής παραγωγής Άμυνας (ECPAD). Αποκάλυψε τις συνθήκες διαβίωσης του πληρώματος, ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια των επιχειρήσεων Agapanthe στα ανοικτά του Αφγανιστάν και Harmattan κοντά στις ακτές της Λιβύης. Στη συνέχεια έλαβε μέρος στην επιχείρηση Serval στο Μάλι και στην επιχείρηση Sangaris στην Κεντροαφρικανική Δημοκρατία. Για άλλη μία φορά, αγωνίστηκε να κρατήσει την προσοχή του στραμμένη στην ανθρώπινη διάσταση. Κατέγραψε την καθημερινή ζωή των στρατιωτών, που ζούσαν υπό επισφαλείς συνθήκες σε αυτά τα θέατρα του πολέμου. Μετά από δέκα χρόνια στον στρατό, και πάντα αναζητώντας ανθρώπινες ιστορίες, έβαλε στην άκρη το ναυτικό του καπέλο, για να ενδυθεί μόνιμα το γιλέκο του φωτορεπόρτερ. Πάντα σε κίνηση, αυτός ο ακόρεστος εξερευνητής δε διστάζει να κοιτάξει μακριά, να ρίξει μια αδιάκριτη αλλά ειλικρινή ματιά στα γεγονότα της κοινωνίας με την οποία ασχολείται ή στις κοινωνικές ομάδες όπου εντάσσεται. Η μέθοδος του είναι μακροχρόνια ρεπορτάζ που συμπληρώνονται από επαγγελματικών ηχογραφήσεις συνεντεύξεων.
Ο γιατρός PEYO και ο Κύριος Hassen
Καλαί / Γαλλία / 2020
Ο Peyo δε μοιάζει με άλλα άλογα που αναζητούν την ανθρώπινη επαφή και τους αρέσει να τα χαϊδεύουν –έχει έναν ισχυρό, θα έλεγε κανείς δύσκολο χαρακτήρα. Ωστόσο, μετά το πέρας της παράστασης, αυτός ο επιβήτορας κάποιες φορές επιλέγει άτομα από το κοινό, τα προσεγγίζει και περνάει χρόνο μαζί τους. Ξαφνικά, συμπεριφέρεται σαν να είναι ένα διαφορετικό άλογο: ο Peyo είναι ευγενής και προστατευτικός. Μέσω της προσεκτικής παρατήρησης, ο Hassen Bouchakour ανακάλυψε ότι ο Peyo επιλέγει πάντα ανθρώπους που είναι συναισθηματικά, σωματικά ή ψυχολογικά ευάλωτοι. Για να κατανοήσει περαιτέρω τη συμπεριφορά του Peyo, ο Hassen ζήτησε τις συμβουλές των ειδικών, κτηνιάτρων και επαγγελματιών διάφορων ιατρικών ειδικοτήτων, όπως νευρολόγοι, ψυχολόγοι και ψυχίατροι. Μετά από τέσσερα χρόνια έρευνας, καθώς και δοκιμές σε πάνω από 500 άλογα τα τελευταία χρόνια (συμπεριλαμβανομένων των πουλαριών του Peyo), γιατροί και κτηνίατροι διαπίστωσαν ότι η εγκεφαλική δραστηριότητα του Peyo είναι μοναδική. Σήμερα ειδικοί και επιστήμονες μελετούν την ικανότητα του Peyo να εντοπίζει ενστικτωδώς καρκίνους και όγκους στον άνθρωπο, και διερευνούν το γιατί επιλέγει να συνοδεύει ορισμένους ασθενείς μέχρι την τελευταία τους πνοή. Ο Hassan με τον γιατρό Peyo αποφασίζει να αφήσει τα φώτα της σκηνής για να ενταχθεί σε έναν ριζικά διαφορετικό κόσμο –αυτόν της ιατρικής, της αλληλεγγύης και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Έτσι, ο Hassen έφερε το άλογό του, τον Peyo, στο τμήμα ανακουφιστικής φροντίδας του νοσοκομείου του Καλαί, για να γράψει μερικές αράδες στο βιβλίο της ζωής. Ο Peyo είναι μια πραγματική διασημότητα: κάνει μπάνιο, του γυαλίζουν τις οπλές, όλα πρέπει να είναι τέλεια και ταυτόχρονα να πληρούνται οι αυστηροί υγειονομικοί κανονισμοί. Ο «Γιατρός Peyo», όπως χαϊδευτικά τον αποκαλεί το προσωπικό του νοσοκομείου, έχει δικό του χαρακτήρα. Γεννημένος αυτιστικός με ανώτερη νοημοσύνη που δεν έχει παρατηρηθεί ποτέ πριν σε άλογα, ο Peyo παίζει επίσης καθοριστικό ρόλο, προσφέροντας αρωγή στους ασθενείς ανακουφιστικής φροντίδας, προκειμένου να μειώσουν την κατανάλωση ισχυρών φαρμάκων. Εν ολίγοις, ο Peyo είναι ένας αυτιστικός καλλιτέχνης του τέλους της ζωής, όπως και ο αναβάτης του, ο Hassen, είναι ένας γενναιόδωρος και βαθιά ανθρώπινος χαρακτήρας, που κάνει εξαιρετικές θυσίες για να βοηθήσει το σύντροφο ζωής του.
Τιμιτική Αναφορά
Gabriele Galimberti
Ιταλία
THE AMERIGUNS
Σύμφωνα με το «American Gun Violence Archive», 12.262 θάνατοι, 24.959 τραυματισμοί και 49.017 περιστατικά προκλήθηκαν στις ΗΠΑ από πυροβόλα όπλα μόνο το 2017. Συγκλονίστηκα όταν διάβασα ότι ο Stephen Paddock, ο άνθρωπος που σκότωσε περισσότερα από 50 άτομα σε μια συναυλία στο Λας Βέγκας πριν από λίγα χρόνια, είχε στην κατοχή του νόμιμα 47 πυροβόλα όπλα, τόσο πιστόλια όσο και καραμπίνες. Όλα αυτά βρίσκονταν στο δωμάτιο του ξενοδοχείου του εκείνο το βράδυ. Ως Ευρωπαίος, άρχισα να αναρωτιέμαι αν το να κατέχει ένα άτομο ή μία οικογένεια τόσα πολλά όπλα είναι κάτι συνηθισμένο στις ΗΠΑ. Ενώ ερευνούσα, ανακάλυψα ότι, από όλα τα πυροβόλα όπλα που ανήκουν σε ιδιώτες για μη στρατιωτική χρήση στον κόσμο, τα μισά βρίσκονται στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής. Ο αριθμός τους υπερβαίνει τον πληθυσμό της χώρας: 393 προς 328 εκατομμύρια. Αναλογικά, αυτό είναι εκατόν είκοσι ανά εκατό, περισσότερα από ένα ανά άτομο, και τα στατιστικά στοιχεία δεν καταμετρούν τα «μη καταχωρημένα πυροβόλα όπλα» (πολλοί οργανισμοί ισχυρίζονται ότι ο αριθμός αυτός είναι περίπου διπλάσιος του αριθμού των καταχωρημένων όπλων). Δεν πρόκειται για σύμπτωση, ούτε είναι ένα ζήτημα που αφορά αποκλειστικά την αγορά. Είναι μάλλον θέμα παράδοσης και Συνταγματικής εγγύησης. Είναι η ιστορία της Δεύτερης Τροποποίησης, που επικυρώθηκε το 1791 για να εξασφαλίσει στους κατοίκους των πρόσφατα ανεξαρτητοποιημένων περιοχών ότι η Ομοσπονδιακή Κυβέρνησή τους δε θα μπορούσε κάποια μέρα να καταχραστεί την εξουσία που διέθετε πάνω τους. Διακόσια πενήντα χρόνια αργότερα, η Δεύτερη Τροποποίηση παραμένει βαθιά ριζωμένη σε όλες τις πτυχές της αμερικανικής ζωής και το έργο μου προσπαθεί να τοποθετήσει σε ένα πλαίσιο το ισχύον καθεστώς. Κατά τη διάρκεια της έρευνάς μου, συνάντησα μία οικογένεια στο Τέξας που έχει στην κατοχή της πάνω από 200 πυροβόλα όπλα, μία στην Καλιφόρνια που διαθέτει 80, και πολλές άλλες σαν αυτές σε ολόκληρη τη χώρα. Ταξίδεψα στις ΗΠΑ και δημιούργησα μια σειρά πορτρέτων οικογενειών και μεμονωμένων ατόμων όλων των ηλικιών, φυλών και πολιτικών πεποιθήσεων, στα σπίτια τους, στο δικό τους περιβάλλον μαζί με τα πυροβόλα όπλα που έχουν στην κατοχή τους.
Βιογραφικό
Ο Gabriele Galimberti, γεννημένος το 1977, είναι Ιταλός φωτογράφος με έδρα την Τοσκάνη. Έχει περάσει τα τελευταία χρόνια δουλεύοντας σε μακροχρόνιες δουλειές φωτογραφίας ντοκιμαντέρ σε όλο τον κόσμο, ορισμένες από τις οποίες έχουν γίνει βιβλία, όπως τα «Toy Stories», «My Couch Is Your Couch», «The Heavens» και «The Ameriguns». Η δουλειά του Gabriele συνίσταται κυρίως στην αφήγηση μέσα από πορτρέτα και μικρές ιστορίες ανθρώπων από όλο τον κόσμο, εξιστορώντας τις ιδιαιτερότητες και τις διαφορές τους, τα πράγματα για τα οποία είναι περήφανοι και τα υπάρχοντα που τους περιβάλλουν. Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, σε όλες τις μορφές τους, είναι ένα θεμελιώδες τμήμα της έρευνας που απαιτείται για να έρθει σε επαφή, να ανακαλύψει και να παράγει αυτές τις ιστορίες. Ο Gabriele αφιερώθηκε στη φωτογραφία ντοκιμαντέρ αφού ξεκίνησε ως εμπορικός φωτογράφος και μετά την ένταξή του στην καλλιτεχνική κολεκτίβα Riverboom. Ο Gabriele ταξιδεύει σήμερα σε ολόκληρο τον κόσμο, δουλεύοντας τόσο σε ατομικά όσο και σε ομαδικά έργα, καθώς και σε αναθέσεις για διεθνή περιοδικά και εφημερίδες όπως τα National Geographic, Stern, Geo, Le Monde, La Repubblica και Marie Claire. Οι φωτογραφίες του έχουν παρουσιαστεί σε εκθέσεις σε όλη την υφήλιο, όπως η γνωστή Le Rencontres de la Photographie (Αρλ), το Φεστιβάλ Images στην Ελβετία και το μουσείο V&A στο Λονδίνο. Έχουν κερδίσει μια σειρά από βραβεία, όπως το World Press Photo, το GRIN 2020, το APP 2020 και το βραβείο Best In Show στο New York Photo Festival. Ο Gabriele ξεκίνησε να εργάζεται ως φωτογράφος του National Geographic το 2016 και δουλεύει τακτικά για το περιοδικό.